DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
desfibrado adj.
forestr. μηχανική πολτοποίηση
industr., construct. άνοιγμα του βαμβακιού από δέμα σε φλόκο-νιφάδες; αποΐνωση; αποΐνωσις; ξάση
desfibrada
: 17 phrases in 4 subjects
Chemistry5
Forestry1
Industry10
Technology1