DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
depósito m
comp., MS κατάθεση Context-dependent
earth.sc. προσχωματικό υλικό
life.sc. απόθεσις ανάντη φράγματος
depósitos m
account. καταθέσεις
mech.eng. επικαθίσεις
depósito v
agric. ίζημα
agric., mater.sc. αυλή αποθήκευσης
chem. αποθέτω; κατακάθι
coal. κοίτασμα
commer. αποθήκευση; χώρος αποθήκευσης
commer., fin., account. προκαταβολή
comp., MS κατάθεση
earth.sc. απόθεσις; ιζηματαπόθεσις; ιζηματογένεσις
environ. σάκος
environ., el. για εναπόθεση
fin. επιχείρηση διανομής που διαθέτει την απαιτούμενη επαγγελματική εξειδίκευση
industr., construct., met. κάδος νερού
IT υποβολή
life.sc. πρόσχωση
life.sc., construct. συλλεκτικόν κοίλωμα βροχών
mater.sc., el. αποθήκη; αποθηκευτικός χώρος
mech.eng. δεξαμενή καυσίμου; δοχείο καυσίμου; ρεζερβουάρ
med. συσσώρευσις
transp. δεξαμενή; αμαξοστάσιο
transp., construct. ταμιευτήρας
transp., mech.eng. ασκός; διάφραγμα υδραυλικού συσσωρευτή
depositar v
IT, dat.proc. ωθώ
law παρακαταθέτω
law, transp. καταθέτω δημόσια
mater.sc. αποθηκεύω
depósito a
: 55 phrases in 12 subjects
Accounting1
Banking1
Earth sciences5
Economy5
Environment1
Finances20
Law4
Marketing13
Mechanic engineering1
Patents1
Statistics1
Transport2