DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
corredor m
gen. αλουέςκν.; δίοδος
fin. ενδιάμεσοι φορείς; όργανα μεταβίβασης; αντιπρόσωπος πωλήσεων
insur. επιθεωρητής νέων εργασιών; ασφαλιστικός πράκτορας
law, construct. διάδρομος
nat.res. αμμοδρόμος (Cursorius cursor)
transp., construct. άξονας οικισμού; διάδρομος συγκοινωνίας
corredor de
: 14 phrases in 6 subjects
Economy1
Electronics1
Energy industry2
Finances5
Insurance3
Transport2