control negativo | |
el. | έλεγχος αρνητικός |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
continuidad | |
math. | συνέχειας |
med. | συνέχεια; συνεχής διάρκεια; συνάφεια; συνεχής αναστόμωσις |
| |||
έλεγχος αρνητικός |
control negativo de : 1 phrase in 1 subject |
Communications | 1 |