DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
contracción f
gen. ανάληψη της διαστολής ή συστολής του ύδατος; βεβαίωση
chem. μάζεμα
construct. αυτοπροένταση του μπετόν
econ. περίοδος κάμψης της οικονομικής δραστηριότητας
el. μείωση του ποσοστού χρησιμοποιήσιμων διατάξεων
forestr. ρίκνωση; ζάρωμα
industr., construct. μπάσιμο υφάσματος; συστολή υφάσματος; συρρίκνωση
IT έκθλιψη
med. σύσπασις
transp. συστολή
contracción
: 101 phrase in 21 subjects
Agriculture1
Chemistry2
Coal1
Construction5
Cultural studies1
Earth sciences5
Economy2
Electronics3
Environment2
Finances6
Health care3
Industry15
Information technology1
Life sciences2
Materials science3
Mechanic engineering8
Medical23
Metallurgy11
Natural sciences2
Technology4
Transport1