DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
conservación | de
 dé
earth.sc. ηλεκτρόδιο σχήματος D
| los
 Ello
med. αυτό; εκείνο
| recursos naturales
 recurso natural
econ. φυσικοί πόροι
environ. φυσικός πόρος
 recursos naturales
account. φυσικοί πόροι
environ. φυσικοί πόροι
- only individual words found