DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
componente f
gen. εξάρτημα
comp., MS στοιχείο
construct. δομικό στοιχείο
forestr. μέρος συνόλου
med. συστατικό μόριο; συστατικό; συστατικό στοιχείο
phys.sc. συνιστώσα
transp., avia. συστατικό μέρος
componente de onda
: 1 phrase in 1 subject
Information technology1