Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Spanish
⇄
Greek
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
comparación apareada
|
equilibrada
equilibrado
agric.
ζυγοστάθμιση
;
ισορροπημένος
;
στρογγυλός
;
σφαιρικός
el.
προσαρμογή
;
ταίριασμα
fin.
εξισορροπημένος
IT dat.proc.
έλεγχος ισοζύγισης
- only individual words found
Get short URL
|
Language Selection Tips