DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
comisión | directiva
 Directiva
econ. οδηγία
 directiva
gen. oδηγία
comp., MS πολιτική
econ. oδηγία
environ. οδηγία
forestr. οδηγίες
 directivo
empl. διοικητικό στέλεχος
IT el. κατευθυντικός
- only individual words found