DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | adjective | to phrases
codo m
industr., construct., met. κάμψη
codo adj.
gen. ακμή; ασυνέχεια γάστρας
agric. αγκώνας; γόνατο; ταρσός
agric., mech.eng. καμπύλη
el. καμπή διπολικής χαρακτηριστικής; καμπή χαρακτηρικής FET
hobby, agric. καμπύλη του αγκιστριού
mech.eng. καμπύλη μικρής ακτίνας; κεκαμμένος σωλήνας; λυγισμένος σωλήνας; σωλήνας με γωνία; κομβίο στροφάλου
met. πτύχωση
coda adj.
math. γραμμή αναμονής; Ουρά
codo de
: 9 phrases in 6 subjects
Chemistry1
Electronics2
Forestry1
Industry2
Medical2
Technology1