| |||
υπόνομος; οχετός εκκένωσης | |||
αμάρα | |||
κλοάκη (sinus urogenitalis); συριγγώδης πόρος του νεκρωμένου οστού που αποβάλλει το απόλυμα | |||
έδρα |
cloaca : 15 phrases in 5 subjects |
Construction | 1 |
Environment | 4 |
Health care | 5 |
Medical | 3 |
Municipal planning | 2 |