DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
cilindro
 cilindrado
industr. construct. κύλινδρος; στρογγύλεμα
leath. κυλίνδρισμα; συμπίεση
 cilindrar
industr. construct. καλανδράρω
 cilindro
chem. κύλινδρος ελάστρου
forestr. σωλήνας
industr. construct. met. έλαστρο; ρολλό
| de
 dé
earth.sc. ηλεκτρόδιο σχήματος D
| guía
 guía
econ. οδηγός
- only individual words found

noun | verb | to phrases
cilindro m
forestr. σωλήνας
industr., construct., met. έλαστρο
mun.plan. βαρελάκι
cilindro v
chem. κύλινδρος ελάστρου
chem., mech.eng. πείρος
industr., construct., met. ρολλό
mater.sc., mech.eng. κατακόρυφο τύμπανο
mun.plan. κύλινδρος
tech., industr., construct. ρόλος; τύμπανο
transp., construct. υδραυλικός γρύλλος θυροφράγματος
cilindrado v
industr., construct. κύλινδρος; στρογγύλεμα
leath. κυλίνδρισμα; συμπίεση
transp. κυλίνδρωση
cilindrar v
industr., construct. καλανδράρω
cilindro de guía
: 3 phrases in 1 subject
Technology3