Certificados | |
comp., MS | Πιστοποιητικά |
certificado | |
commun. | δικαιολογητικό; κατατεθειμένο αντίτυπο |
commun. IT | πιστοποιητικό χρήστη |
comp., MS | πιστοποιητικό |
ed. | πιστοποιητικό περάτωσης των σπουδών; δίπλωμα |
fin. | τίτλος παραστατικός τίτλος |
law | έγγραφη βεβαίωση; έγγραφη πιστοποίηση |
previo | |
law | εκ των προτέρων |
a | |
comp., MS | μέσος |
Ello | |
med. | αυτό |
exportación | |
econ. | εξαγωγή |
certificado previo a la : 1 phrase in 1 subject |
Commerce | 1 |