DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
cable m
el. ηλεκτρικό καλώδιο
environ. καλώδιο
fish.farm. συρματόσχοινο τράτας
industr., construct. χονδρό νήμα; τόου; φιτίλι συνεχών ινών
market. συρματόσχοινο
met., construct. ασωλήνωτο άκρο καλωδίου
transp. κάλος; σχοινί ρυμούλκησης; εκατό οργυές; μήκος αλυσίδας
transp., construct. αλυσίδα; σχοινί
Cables m
environ. Καλώδια
cables m
forestr. συρματόσχοινα
cablé m
industr., construct. πολύκλωνο
cable de tierra
: 1 phrase in 1 subject
Electronics1