DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
cabecero adj.
industr., construct. τάκος πρεσσαρίσματος,παλέτα πρεσσαρίσματος
transp. ακραία δοκός; δοκός στερέωσης προσκρουστήρων; μετωπική δοκός
cabecera adj.
commun. κεφαλικό άκρο
commun., el. κεφαλή
IT κεφαλίδα
life.sc. άνω ρους ποταμού
cabeceras adj.
agric. ακραίοι πάσσαλοι; ακραίοι στύλοι; κεφαλάρια
cabecera de
: 16 phrases in 8 subjects
Communications3
Construction2
Electronics4
Industry1
Information technology3
Life sciences1
Mechanic engineering1
Medical1