borna | |
el. | μονωτήρας διάβασης; μονωτήρας διασυνδέσεως; διάβαση; ζυγός του μετασχηματιστού |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
limpieza | |
agric. | απάμμωση |
| |||
μονωτήρας διάβασης; μονωτήρας διασυνδέσεως; διάβαση; ζυγός του μετασχηματιστού | |||
| |||
πόλοι |
borna de : 8 phrases in 2 subjects |
Electronics | 7 |
Natural sciences | 1 |