DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
barrilete m
gen. περίβλημα του πυρήνα αντιδραστήρα
chem., el. δέκτης αποστακτικού κέρατος
coal., met. προ-συλλογή αερίου
industr., construct. πυξίδα που περιέχει το μεγάλο ελατήριο
mech.eng. δοχείο πυρήνα αντιδραστήρα
mun.plan. βαρελάκι; κύλινδρος
 Spanish thesaurus
barrilete m
fish.farm. trup (Euthynnus pelamis, katsuwonus pelamis)
barrilete
: 25 phrases in 9 subjects
Chemistry4
Communications1
Construction1
Electronics2
Fish farming pisciculture1
General1
Industry4
Mechanic engineering9
Transport2