DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
bagazo m
agric. υπόλειμμα εκχείλισης σακχάρου; υπόλειμμα σακχαροκαλάμου
agric., sugar. βαγάσση
food.ind. κατάλοιπο ζυθοποιίας
bagazo
: 11 phrases in 1 subject
Agriculture11