DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
asociación m
comp., MS συνεργασία; συσχέτιση
econ. ένωση
health. φυτοκοινωνία
law σύλλογος; προσχώρηση; αστική εταιρία; σωματείο; οργάνωση
life.sc. συσσώρευση ορυκτών
market., industr., construct. κοινοπραξία; προσωπική εταιρεία; σύμπραξη
math. σύνδεση ή συνάφεια
work.fl., IT σύνδεση
asociaciones m
environ. συσχετισμός; ένωση; σύνδεση; συσχέτιση
asociación reconocida
: 1 phrase in 1 subject
Agriculture1