DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
Aparejos rades, pesos y aparejos similares m
fish.farm. Εργαλεία δίχτυα, βάρη ή παρόμοια αλιευτικά εργαλεία
aparejos m
transp., fish.farm. εργαλείο
aparejar v
agric. ζευγαρώνω
transp. αναχωρώ; σαλπάρω
transp., nautic. αρματώνω; εξαρτίζω
aparejo v
construct. όργανο αναρτήσεως
hobby, transp. συναρμολόγηση φορτίου γιά ρίψη
transp. παλάγκο; σύσπαστο
aparejo de control de
: 3 phrases in 1 subject
Industry3