DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
alargamiento m
industr., construct. επιμήκυνση
mech.eng. επιμήκυνση συρματόσχοινου
transp. σχέση μήκους/πλάτους στρώματος; αεροδυναμική λεπτότητα
transp., mater.sc. επιμήκυνση οπής
alargamiento de un ala m
astronaut., transp. Διάταμα
alargamiento por unidad
: 2 phrases in 1 subject
Earth sciences2