DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
verb | noun | to phrases
Conectado v
comp., MS Συνδεδεμένος
conectar v
comp., MS σύνδεση; συμμετοχή
earth.sc., el. να ανοίξει ο διακόπτης κυκλώματος; να ανοίξει
el. το συνδέειν χειροκινήτως; κάνω συνδεσμολογία
IT Σύναψη; προσαρτώ
stat., el. συνδέω
transp., mech.eng. να συνδεθεί; να ενωθεί
conectado v
earth.sc., el. συνδεδεμένο
IT επιγραμμικός; σε απευθείας σύνδεση
conectarse v
comp., MS σύνδεση
IT διαδικασία αναγνώρισης
 Spanish thesaurus
conectado m
IT on line
Conectado
: 70 phrases in 22 subjects
Agriculture1
Banking1
Chemistry7
Communications11
Earth sciences1
Education1
Electronics14
Forestry1
General1
Industry1
Information technology6
Labor law1
Law1
Mathematics1
Mechanic engineering5
Metallurgy1
Microsoft10
Natural sciences1
Pharmacy and pharmacology1
Statistics1
Technology2
Transport1