DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
Comisión Benelux | para
 para
med. προς
 parar
transp. εξελέγχω; ελέγχω
 parir
fin. γεννώ
life.sc. anim.husb. σε προχωρημένη εγκυμοσύνη
 paro
econ. ανεργία
law gen. παύση
el | estudio
 estudios
law ed. σχολικές γνώσεις; σχολική μόρφωση
| de
 dé
earth.sc. ηλεκτρόδιο σχήματος D
| la
 Ello
med. αυτό
unificación del | derecho
 derecho
tech. industr. construct. επάνω μεριά υφάσματος
- only individual words found