DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
centro m
transp., mech.eng. οπή κέντρου
centro v
agric. μεσαίο; πυρήνας
econ., transp. τμηματικές δαπάνες; τομεακές δαπάνες
environ. χώρος δραστηριοτήτων
industr., construct. πλαίσιο; τυλικτό νήμα
industr., construct., met. κεντρική ζώνη φακού
met., mech.eng. σημείο κέντρου
stat. κέντρο (μιας σειράς)
centrar v
comp., MS κεντράρισμα
industr., construct. κάνω δοκιμές μονταρίσματος; κάνω δοκιμαστικό μοντάρισμα; προβάρω
life.sc. κέντρωση; φέρω σε σύμπτωση
mech.eng. κεντράρω
centrado v
earth.sc. κεντράρισμα; κεντροθέτηση; εστίαση
IT, dat.proc. κεντραρισμένος; κεντρωμένος
 Spanish thesaurus
Centro Rumanía m
econ. Centru (Ρουμανία)
Centro Euromediterráneo para
: 1 phrase in 1 subject
Environment1