DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
vesiculé f
med. φυσαλλιδώδης
vésicule f
earth.sc. σταγονίδιο
med. γλωττικός θύλακος; κύστη; φυσαλίδα f (vesicula)
nat.sc., agric. εξόγκωμα,κύστις,φλυκταινώδης εξέλκωσις; Κυστοειδής καρποφορία σκωρίασης
vesiculé
: 37 phrases in 7 subjects
Animal husbandry1
Environment1
Fish farming pisciculture1
Health care3
Life sciences1
Medical28
Natural sciences2