DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
temporisation f
commun. time out; περίοδος αναμονής; προσωρινή διακοπή; τέλος χρόνου
commun., el. καθορισμένος χρόνος
el. διακοπή; καθυστέρηση μετάδοσης; διάλειμμα
IT, mech.eng. καθυστέρηση
temporisation
: 53 phrases in 8 subjects
Communications27
Earth sciences3
Electronics12
Energy industry1
Information technology3
Mechanic engineering1
Metallurgy1
Transport5