DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
tassement m
gen. συσσώρευση; συμπίεση με ελκυστήρα; συμπίεση χόρτου; συμπύκνωση χορτονομής
coal. γέμισμα; στούμπωμα; συμπίεση
environ. καθίζηση εδάφους
fin. προσέγγιση οριζόντιου επιπέδου
life.sc. συμπαγοποίηση
life.sc., el. πύκνωση
mater.sc., construct. κατάρρευση
tech., industr., construct. σύνθλιψη-επιπέδωση
transp., construct. καθίζηση; στερεοποίηση
tassement
: 31 phrases in 8 subjects
Chemistry2
Construction4
Earth sciences2
Environment6
Life sciences8
Materials science2
Technology3
Transport4