DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
sillon m
agric. αυλάκι αρότρου
el. αυλάκι
industr., construct., chem. έλλειψη συνδέσεως με μορφή αυλακώσεως μεταξύ δύο διαδοχικών στρώσεων ή μεταξύ του μετάλλου βάσεως και του υλικού εναποθέσεως
life.sc. υποβρύχιο φαράγγι; υποθαλάσσια αύλακα; ύφαλο χαράκι
med. σχισμή; ραγάς
met. αυλακιά; κάψιμο μετάλλου βάσεως
transp. σιδηροδρομική διαδρομή; χρονοδιάδρομος αμαξοστοιχίας
sillon
: 131 phrases in 14 subjects
Agriculture50
Coal1
Communications3
Construction1
Earth sciences1
Electronics25
Environment1
Finances1
General1
Industry3
Mechanic engineering1
Medical33
Natural sciences1
Transport9