DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
rondin m
agric. τεμάχιο κορμού; βελέσια; λεπτή στρογγυλή ξυλεία; κύλινδρος; τμήμα κορμού δέντρου
agric., industr., construct. Ξυλεία στρογγυλή κορμοτεμάχιο
industr., construct. στρογγύλη ξυλεία,κορμός εκτυλίξεως
rondin
: 21 phrases in 6 subjects
Agriculture4
Environment1
Forestry4
Industry7
Transport2
Wood processing3