DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
privilège holding
law, fin. έκπτωση εισπραχθέντων μερισμάτων; καθεστώς μεταξύ μητρικών και θυγατρικών εταιρειών; φορολογικό καθεστώς της μητρικής και των θυγατρικών εταιρειών; φορολογικό προνόμιο