DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
précipitation f
gen. κατακρήμνησις; υετός
chem. καταβύθιση; κατακρήμνιση
industr., construct. καθίζηση
met. διαχωρισμός
précipitations f
chem. εκκρίσεις; κατακρημνίσεις
transp., avia. υετός, συμπύκνωση, υγροποίηση
précipitation chimique f
environ. καθίζηση χημική
précipitation
: 133 phrases in 14 subjects
Agriculture1
Chemistry7
Communications2
Earth sciences4
Electronics7
Environment16
General2
Health care1
Industry5
Life sciences67
Medical1
Metallurgy14
Natural sciences3
Transport3