DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
pli m
industr., construct. λινά; βάττα
industr., construct., met. κάμψη; αναδίπλωση επιφάνειας γυαλιού
med. αναδίπλωσις
met. σούφρα; γραμμικό σφάλμα; πτύχωση μεταβατικής περιοχής προς πυθμένα 2ου βαθμού
transp. πτυχή
transp., industr. ενισχυτικό πλέγμα
wood. φύλλο επικάλυψης; επιμέρους φύλλο; καπλαμάς; στρώμα; στρώση
plis m
agric., industr., construct. φύλλα
industr., construct. στρώση κόντρα πλακέ
plis v
industr., construct. στρώση αντεπικολλητής ξυλείας
 French thesaurus
PLi abbr.
abbr., soil. planosol gélique
PLI abbr.
abbr., org.name. Projet de lutte intégrée
pli
: 121 phrases in 18 subjects
Agriculture2
Chemistry5
Communications3
Environment1
Finances1
General1
Health care2
Immigration and citizenship1
Industry44
Law2
Life sciences1
Materials science3
Mechanic engineering5
Medical25
Metallurgy3
Technology12
Transport9
Wood processing1