DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
piqûre f
agric. ξύνισμα
chem. πόροι
commun. μπροσούρα; φυλλάδιο
industr., construct. ραφή; διανοιγμένη τρύπα; σκωληκότρημα; τρήμα; τρύπωμα σε ύφασμα; πήδημα νημάτων στο στημόνι ή το υφάδι; ράψιμο
industr., construct., chem. επιφανειακός πόρος
industr., construct., met. τρύπα από άμμο; τρύπες από άμμο
met. οπή μεγέθους μύτης καρφίτσας; σημάδια; επιφανειακή οπή
met., mech.eng. οπή πείρου; οπή περόνης
social.sc. φιξ; σουτ
piqûres f
agric. ευλογίαση; τοπική διάβρωση
industr., construct., met. λακάκια επιφανείας
met. πόροι
stat., chem. βελονισμοί
piqure f
agric. υποξίνισμα
piqûreB f
industr., construct., met. κορδελίνα; δείγμα γυαλιού
piqure f
met. διάβρωση μεγέθους μύτης καρφίτσας
piqûre acétique f
environ., agric. οξίνιση του οίνου; ξύνισμα
piqûre
: 49 phrases in 12 subjects
Agriculture1
Chemistry2
Communications1
General2
Hobbies and pastimes1
Industry17
Materials science1
Mechanic engineering1
Medical6
Metallurgy15
Natural sciences1
Technology1