DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
multiplicateur adj.
gen. πυρήνας
agric. πολλαπλασιαστής σπόρων προς σπορά
comp., MS πολλαπλασιαστής
earth.sc. πολλαπλασιάζων
ed. πολλαπλασιαστικοί παράγοντες
mech.eng. πολλαπλασιαστής ταχύτητας; υπερπολλαπλασιαστής
multiplicatrice adj.
IT μηχανή αναπαραγωγής; πολλαπλασιαστική μηχανή
multiplicateurs adj.
ed. παράγοντες διάδοσης της πληροφορικής
multiplicateur
: 81 phrases in 14 subjects
Agriculture6
Communications2
Economy7
Education1
Electronics10
Finances5
General7
Information technology14
Mathematics1
Mechanic engineering17
Metallurgy1
Social science2
Statistics2
Transport6