DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
moirure f
chem. κυματοειδής εκτύπωση
chem., met. εμφάνιση μουαρέ
commun., el. μουαρέ
industr., construct. υδάτινες εικόνες στο ύφασμα; νερά του ξύλου; διάστικτο ξύλο; μορφή,σχήμα
moirure
: 1 phrase in 1 subject
Industry1