DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
moût muet
agric. γλεύκη των οποίων διαταράχθηκε ή σταμάτησε η ζύμωση με την προσθήκη αλκοόλης; γλεύκος του οποίου η ζύμωση παρεμποδίσθη εκ προσθήκης αλκοόλης; γλεύκη των οποίων διαταράχθηκε ή σταμάτησε η ζύμωση με την προσθήκη αλκοόλης