DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
marbrage m
construct. απομίμηση μαρμάρου
industr., construct. μαρμαροειδής απομίμηση; μαρμάρωμα; μαρμάρωση
industr., construct., met. διεργασία διαμόρφωσης του γυαλιού με πλάκα; μπιμπικιασμένη επιφάνεια
met. διάστιξη; ιασπισμός; νερά