DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
limiteur m
commun. περιοριστής
el. ψαλιδιστής
mech.eng., construct. οδηγήτρια τροχαλία του ρεγουλατόρου; οδηγήτρια τροχαλία του ρυθμιστή ταχύτητας; τρελλήτροχαλίατου ρυθμιστή ταχύτητας
limiteur
: 120 phrases in 13 subjects
Agriculture4
Chemistry2
Communications2
Earth sciences7
Electronics30
Forestry1
General2
Information technology6
Materials science2
Mechanic engineering35
Metallurgy1
Technology1
Transport27