Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Arabic
Chinese
Danish
Dutch
English
Finnish
German
Greek
Italian
Portuguese
Russian
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
noun
|
adjective
|
to phrases
incubateur
m
agric.
εκκολαπτήριο
;
εκκολαπτική μηχανή
med.
επωαστική κοιτίδα
;
επωαστικός κλίβανος
;
θάλαμος για προώρως τικτόμενα νεογνά
;
θερμοκοιτίδα
f
;
θερμοκοιτίδα προώρων
;
θερμοκοιτίδα προώρων νεογνών
;
θερμοκοιτίς για πρόωρα βρέφη
incubateur
adj.
agric.
τεχνητός επωαστήρας
;
επωαστήριο
anim.husb., industr.
επωαστήρας
;
επωαστική μηχανή
med.
συσκευή τεχνητής ανάπτυξης βρεφών
incubateur
:
18 phrases
in 6 subjects
Agriculture
6
Economics
5
Finances
1
Medical
3
Natural sciences
2
Technology
1
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips