DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
ensimage m
chem., el. μέσο πήξης; πηκτικό μέσο; συνδετικό μέσο
environ. διαστασιοδότηση/κολλάρισμα
industr., construct., chem. φινίρισμα
industr., construct., met. στάρωμα; κόλλα
ensimage
: 10 phrases in 4 subjects
Chemistry1
General2
Industry6
Technology1