DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
durée limite de stockage
gen. διάρκεια αποθήκευσης; διάρκεια αποθήκευσης προϊόντος; διάρκεια ζωής προϊόντος; χρόνος διατηρήσεως εν αποθηκεύσει; χρονικό όριο αποθήκευσης; χρόνος κατά την αποθήκευση
 French thesaurus
durée limite de stockage
mil., logist. Temps pendant lequel un article de ravitaillement, y compris les explosifs, conservé dans des conditions de stockage déterminées, peut être considéré utilisable et, le cas échéant, sûr. (FRA)