DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
drainage m
gen. επιφανειακή απορροή
agric., construct. στράγγιση ζυμούμενου υποστρώματος; εργασίες στράγγισης
construct. υπόγεια αποστράγγιση
econ. αποστραγγιστικά έργα
environ. αποστράγγιση; αποξήρανση; ύδατα αποχετεύσεων; αποστράγγιση/αποξήρανση/ύδατα αποχετεύσεων
environ., agric., construct. απορροή; στράγγιση
industr., construct. αποστράγγιση; εκκένωση
drainage de la forêt m
forestr. αποστράγγιση δασικού εδάφους
drainagesouterrain m
gen. υποστράγγιση
drainage
: 145 phrases in 19 subjects
Agriculture56
Construction16
Earth sciences8
Economy1
Electronics1
Environment12
Finances2
Forestry1
General1
Industry3
International trade1
Labor law2
Life sciences5
Materials science2
Mechanic engineering5
Medical22
Natural sciences2
Technology1
Transport4