DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
créneau m
commun. χρονοπλαίσιο
commun., transp. χρονοθυρίδα; διάκενο; διαχωρισμός διαδοχικών οχημάτων
fin. τομέας της αγοράς
market. θέση σε εξειδικευμένο προσοδοφόρο μικρό τομέα της αγοράς
transp. θυρίδα εισόδου στην αποβάθρα του σταθμού; θυρίδα ελέγχου εισιτηρίων; θυρίδα ελέγχου επιβατών
transp., avia. διαθέσιμος χρόνος χρήσης
créneau
: 70 phrases in 12 subjects
Agriculture2
Astronautics2
Communications5
Earth sciences1
Economy1
Education3
Electronics4
Finances1
Industry1
Information technology4
Mechanic engineering3
Transport43