DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
coupe biaisée
industr., construct. ένωση υπό γωνία; λοξή ένωση; μάτιση; συγκόλληση
industr., construct., mech.eng. λοξή τομή
coupe biaise
fish.farm. διαγώνια κοπή; διαγώνιο κόψιμο; κοπή B