DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
contrôleur m
commun., transp. συντονιστής φωτεινής σηματοδοτήσεως
comp., MS ελεγκτής
el. πολύμετρο
IT υπεύθυνος ελέγχου
mech.eng., construct. επιβλέπωντης ελεγκτικής υπηρεσίας
stat. επιθεωρητής; επόπτης
transp., el. χειροκίνητος διακόπτης ελέγχου; κεντρικό χειριστήριο ηλεκτράμαξας
contrôleurF m
industr., construct., met. ελεγκτής
contrôleurB m
lab.law. ελεγκτής παραγωγής επιπέδου υάλου
contrôleur
: 215 phrases in 26 subjects
Accounting5
Agriculture2
Banking3
Business2
Chemistry5
Communications33
Corporate governance1
Earth sciences4
Economy2
Electronics22
Environment1
Finances13
General6
Government, administration and public services2
Industry4
Information technology30
Insurance2
Labor law9
Law3
Mechanic engineering11
Metallurgy4
Microsoft12
Natural sciences2
Politics1
Technology4
Transport32