DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
bordure f
environ. άκρο; μεθόριος
nat.sc., life.sc. Παρυφή όριο
bordure v
gen. άκρη; στεφάνη
chem. φιλετάρισμα
comp., MS περίγραμμα
construct. κατάστρωμα; κράσπεδο; κράσπεδο πεζοδρομίου
environ. ανάχωμα; παρυφή; ανάχωμα/άκρο/παρυφή/μεθόριος
hobby, transp. ποδιά
industr., construct. μπορντούρα; ρέλι; ρέλιασμα; ενίσχυση στάμπου; φικάρι
law, insur., el. σύνορο
transp. χείλος
transp., construct. άκρα του οδοστρώματος
bordures v
industr., construct. μπορντούρες; σειρήτια
bordure latérale ou centrale de route v
transp., construct. κράσπεδο οδού πλευρικό ή στο κέντρο της οδού
bordure
: 109 phrases in 18 subjects
Agriculture18
Chemistry6
Communications3
Construction9
Environment1
Fish farming pisciculture2
General1
Hobbies and pastimes2
Industry18
Information technology6
Life sciences2
Mechanic engineering1
Medical2
Metallurgy4
Microsoft5
Municipal planning2
Technology3
Transport24