| |||
λευκό ξύλο | |||
μαλακή ξυλεία; ξυλεία ρητινούχος, ξυλεία εκ ρητινούχων δένδρων | |||
μελάλευκος το λευκόδενδρο (Melaleuca leucadendron); μελανόλευκος το λευκόδενδρο (Melaleuca leucadendron) | |||
| |||
ξυλεία ερυθρελάτης | |||
French thesaurus | |||
| |||
bois d’aubier |
bois blanc : 4 phrases in 3 subjects |
Agriculture | 1 |
Industry | 1 |
Natural sciences | 2 |