| |||
ασημής; λευκός ασημής | |||
στήθος; φιλέτο στήθους; μπάστρα (Oidium, echter Mehltau); στάχτη (Oidium, echter Mehltau); χολέρα (Oidium, echter Mehltau); ωϊδιο (Oidium, echter Mehltau) | |||
τυφλή δοκιμασία; τυφλό; τυφλό πείραμα; τυφλός προσδιορισμός | |||
τυφλό δείγμα | |||
λευκός | |||
ερυσίβη ή ωίδιον της δρυός | |||
τιμή τυφλού πειράματος | |||
κενό | |||
| |||
λευκό υλικό | |||
λευκές; τρίτες; ωίδιον (Oidium tuckeri) | |||
| |||
σαπουνόψαρα (Leiognathidae) | |||
λειογναθίδες (Leiognathidae); σαπουνόψαρο (Leiognathus klunzingeri); μοϊάρες (Gerres) | |||
| |||
λευκός | |||
French thesaurus | |||
| |||
argent |
blanc : 829 phrases in 46 subjects |