| |||
γερανοζυγός | |||
| |||
αθερινός; αθυρνολόγος; μπέντουλας; ζυγαριά; ζυγός | |||
θέση ισορροπίας; ισορροπία | |||
φορητός μπέντουλας | |||
δοκιμαστικός ισολογισμός; ισοζύγιο; ισοζύγιο γενικού καθολικού; ισολογισμός για επαλήθευση; ισολογισμός υπό δοκιμή; προσωρινός ισολογισμός | |||
βόλκος | |||
| |||
Ζυγός (Libra) | |||
French thesaurus | |||
| |||
renvoyé d'une place |
balance : 213 phrases in 27 subjects |