DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
abonnement m
comp., MS συνδρομή
mater.sc., el. συμβόλαιο παροχής ηλεκτρικού ρεύματος; σύμβαση παροχής ηλεκτρικού ρεύματος
transp. εισιτήριο ορισμένης χρονικής ισχύος; εισιτήριο πολλαπλών διαδρομών.Κάρτα πολλαπλών διαδρομών; κάρτα εισιτηρίων; πάσο ορισμένης χρονικής ισχύος; δελτίο συνδρομής; κάρτα συνδρομής
 French thesaurus
abonnement m
mil., logist. Lien existant entre un organisme de soutien et une unité à soutenir. (FRA)
abonnement
: 83 phrases in 10 subjects
Chemistry1
Communications17
Finances1
General2
Insurance2
Marketing2
Materials science5
Microsoft18
Taxes1
Transport34